του Δημήτρη Κατσορίδα
Εφέτος, τον Απρίλη, συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τότε που ο Στάλιν ανέλαβε γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής (Κ.Ε.) του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ).
Γιατί, άραγε, μας ενδιαφέρει αυτή η επέτειος ως γεγονός; Διότι, αυτό που επακολούθησε σημάδεψε την πορεία όλου του κομμουνιστικού κινήματος. Ας δούμε πως εξελίχθηκαν τα πράγματα.
Στο 11ο Συνέδριο του Κ.Κ., που έγινε τον Μάρτιο του 1922, στο οποίο ο Στάλιν δεν είπε τίποτα, η νέα Κ.Ε. που εκλέχτηκε από αυτό, τον όρισε γραμματέα στις 4 Απρίλη. Η θέση ήταν καθαρά τεχνική και άρα η απόφαση θεωρείτο μικρής σημασίας. Ο Στάλιν ήταν ελάχιστα γνωστός έξω από την ιεραρχία του κόμματος. Μάλιστα, δεν συμπεριλήφθηκε στις Επαναστατικές Φυσιογνωμίες, δηλαδή στο βιβλίο που έκδωσε ο Λουνατσάρσκι το 1923.
Όμως, το 1922, είναι και η χρονιά της μεγάλης κόπωσης. Ο εμφύλιος έχει τελειώσει, αφήνοντας πίσω του εκατομμύρια νεκρούς, πολλά ορφανά, 3.000.000 αποστρατευμένους στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού που είναι χωρίς εργασία, αλλά και κατεστραμμένες τις υποδομές της χώρες (βιομηχανία, δρόμους, γέφυρες, χωριά, αγροτική παραγωγή, κ.λπ.). Οι έγνοιες της καθημερινής ζωής απασχολούν τους πάντες. Όλοι θέλουν να πάρουν μια ανάσα. Άρα, το παραμικρό προνόμιο έχει μεγάλη βαρύτητα.
Το μονοκομματικό καθεστώς που θεσμοθετήθηκε το 1922, αρχικά ως προσωρινό μέτρο, με ευθύνη της πλειοψηφίας της ηγεσίας του κόμματος, άνοιξε τις πόρτες του σε χιλιάδες νέα μέλη, τα οποία, πολλά από αυτά, προέρχονταν από τον παλιό τσαρικό κρατικό μηχανισμό και από τα ηττημένα κόμματα. Το κόμμα ήταν πλέον πανταχού παρόν, επιλύοντας πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές, διοικητικές και στρατιωτικές υποθέσεις. Αυτό σήμαινε τη διόγκωση του μηχανισμού του (επόπτες, διευθυντές, ελεγκτές, λογιστές, διοικητές, τεχνικοί, γραμματείες, κ.λπ.). Βέβαια, αυτό ήταν και το βασικό ατού του Στάλιν, ο οποίος αναπτύσσοντας τον μηχανισμό, από τη θέση του γραμματέα, σταθεροποιούσε τη θέση του και τον έλεγχο επί των πάντων. Έτσι, σταδιακά, ανήγαγε τη θέση του Γενικού Γραμματέα, στο άπαν της πολιτικής του εξουσίας. Το μόνο ιδεολογικό ρεύμα-φράξια, που αντέδρασε, κατά τα έτη 1921-22, σθεναρά στην ταχύτατη γραφειοκρατικοποίηση του κόμματος και του κράτους ήταν η Εργατική Αντιπολίτευση του κόμματος.
Ο Στάλιν, με το που ανέλαβε γραμματέας, αναδιοργάνωσε όλο τον καθοδηγητικό μηχανισμό, ο οποίος αποτελείτο στο εξής από τρεις οργανισμούς της Κ.Ε.: το Πολιτικό Γραφείο, το Οργανωτικό Γραφείο και τη Γραμματεία, την οποία μετέβαλλε σταδιακά στο πραγματικό κέντρο λήψης των αποφάσεων. Εδώ να πούμε ότι μόνο ο Στάλιν ανήκε και στους τρεις οργανισμούς. Όσον αφορά τη Γραμματεία, στηριζόταν σε δύο διευθύνσεις: η μία είχε σχέση με την «οργάνωση και τους διορισμούς» και η άλλη με την «οργάνωση και την εκπαίδευση». Ο Στάλιν διαλέγει προσεκτικά τους ανθρώπους για τον μηχανισμό, με κριτήριο πόσο πιστοί είναι σ’ αυτόν.
Η ταχεία συγχώνευση κράτους-κόμματος είχε ως συνέπεια τη ρουτίνα, τα προνόμια, την καριέρα, τη διαφθορά, τη μετριότητα. Αυτοί οι άνθρωποι ήθελαν ησυχία και όχι επαναστατικές περιπέτειες. Ο Στάλιν ήταν ο κύριος εκφραστής αυτού του νέου στρώματος της γραφειοκρατίας, επειδή ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της για ηρεμία, ησυχία και εγγύηση των προνομίων. Γι’ αυτό, δεν είναι τυχαίο που από αυτά τα στρώματα υποστηρίχτηκε η αντιμαρξιστική θεωρία, του Στάλιν, περί «χτισίματος του σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα», σε αντίθεση με την κριτική που ασκούσε η Αριστερή Αντιπολίτευση, η οποία προέβλεπε και προειδοποιούσε πως αν η ΕΣΣΔ παραμείνει απομονωμένη, δεν ενισχυθούν τα σοσιαλιστική στοιχεία στην κοινωνία (υλικοτεχνική υποδομή, πολιτιστικό επίπεδο, ανάπτυξη της εργατικής δημοκρατίας), κάτω από τη δημοκρατική εξουσία των εργαζομένων, τότε η Σοβιετική Ένωση κινδυνεύει αργά ή γρήγορα να απορροφηθεί από τον καπιταλιστικό περίγυρο, όπως και έγινε μετά το 1989.
Όταν τα γνωστά ηγετικά στελέχη του κόμματος (Ζηνόβιεφ, Κάμενεφ, Μπουχάριν, Τρότσκι, Ρίκοφ, Ρακόφσκι κ.ά.) αντιλήφθηκαν τι είχε συμβεί, είναι πλέον αργά. Παρά τις αρχικές αντιδράσεις τους, εντούτοις στη συνέχεια αρκετοί από αυτούς θα συμβιβαστούν και αργότερα θα εκτελεστούν στις δίκες της Μόσχας, ενώ όσοι αντιτάχθηκαν, διώχτηκαν ανηλεώς, όπως ήταν ο Τρότσκι και η Αριστερή Αντιπολίτευση.
Το καθεστώς που σταθεροποιήθηκε από τον Στάλιν, ενώ στη θεωρία διακήρυσσε τον σοσιαλισμό, η πρακτική του ήταν ασύμβατη με τον σοσιαλισμό. Κατήργησε τις πολιτικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες× την εξουσία σφετερίστηκε η γραφειοκρατία, αφαιρώντας την από την εργατική τάξη× καταργήθηκε το δικαίωμα των εθνών στην αυτοδιάθεση× το κόστος της υποχρεωτικής κολεκτιβοποίησης και εκβιομηχάνισης ήταν υπερβολικό, με αποτέλεσμα τον βίαιο ξεριζωμό εκατομμυρίων αγροτών από τις εστίες τους. Επιπρόσθετα, ο σταλινισμός πισωγύρισε και όσες κατακτήσεις είχαν επιτευχθεί στα ζητήματα της καθημερνής ζωής. Το 1940 καταργείται το επτάωρο εργασίας και επανέρχεται το οκτάωρο, το διαζύγιο έγινε όλο και πιο δύσκολο, οι εκτρώσεις έγιναν πάλι παράνομες, οι ώρες λειτουργίας των κέντρων ημερήσιας φροντίδας κόπηκαν και συνέπεσαν μόνο με τις ώρες ημερήσιας εργασίας, το εκπαιδευτικό σύστημα αυστηροποιήθηκε, τα κορίτσια διδάσκονταν στο σχολείο ειδικά μαθήματα που τα προετοίμαζαν για το ρόλο της συζύγου και της μάνας, οι ιερόδουλες συλλαμβάνονταν ενώ η προηγούμενη πολιτική των μπολσεβίκων ήταν η σύλληψη μόνο των ιδιοκτητών των οίκων ανοχής και η εθελοντική εκπαίδευση αυτών των γυναικών, καταργήθηκε η λαϊκή πολιτοφυλακή, επανήλθε ο μόνιμος στρατός και η αστική ιεραρχία σε αυτόν (π.χ. με την ενίσχυση της προνομιούχας κάστας των αξιωματικών, την κατάργηση της δημοκρατίας στο εσωτερικό του, κ.ά.τ.), ενώ η ελευθερία στην τέχνη κατεστάλη και επιβλήθηκε μόνο ο «σοσιαλιστικός ρεαλισμός». Οι διαβόητες Δίκες της Μόσχας (1936-38), ήταν το αποκορύφωμα του σταλινισμού να κόψει κάθε δεσμό με τις μπολσεβίκικες παραδόσεις, αφανίζοντας όλη την παλιά γενιά του κόμματος που έκανε την επανάσταση του 1917. Όλα αυτά δυσφήμησαν τα ιδανικά του σοσιαλισμού.
Η εκκαθάριση του κόμματος άνοιξε τον δρόμο σε μια νέα γενιά της γραφειοκρατίας, η οποία όχι μόνο δεν είχε καμία σχέση με τις μπολσεβίκικες παραδόσεις και την Οκτωβριανή Επανάσταση, αλλά διεύρυνε σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας τις ανατροπές που γέννησε η βίαιη εκβιομηχάνιση και κολεκτιβοποίηση. Όταν, λοιπόν, πραγματοποιήθηκε το 18ο Συνέδριο του Κ.Κ., το 1939, αυτό έγινε στα ερείπια του παλιού μπολσεβίκικου κόμματος. Από τα 1.589.000 μέλη, μόνο το 0,3% από αυτά, δηλαδή περίπου 5.000 μέλη είχαν προσχωρήσει πριν από το 1917 στο κόμμα, ενώ 1% (δηλαδή, 16.000 μέλη) προσχώρησαν το 1917 και ένα 10% των μελών προσχώρησαν τα έτη 1918-1920 (Πηγή: Jean-Jacques Marie, Στάλιν, εκδόσεις Οδυσσέας, σελ. 539).
Το συμπέρασμα είναι ότι ο σοσιαλισμός δεν δημιουργείται με διαταγές, ούτε από «τα πάνω», αλλά προκύπτει μέσα από την γενικευμένη κοινωνική αυτοδιαχείριση. Αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει την ελευθερία ύπαρξης και λειτουργίας διαφορετικών κομμάτων, οργανώσεων, τάσεων και συνδικάτων, καθώς επίσης του δικαιώματος στην απεργία και την κατοχύρωση της ελευθερίας του Τύπου. Το κράτος δεν ταυτίζεται με την κοινωνία, διότι από τη φύση του είναι όργανο κυριαρχίας και εξαναγκασμού. Αντίθετα, ο σοσιαλισμός είναι έργο ζωντανό και δημιουργικό των «από κάτω» και γι’ αυτό είναι απαραίτητη η πλήρης ελευθερία στη δράση τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου