Τετάρτη 13 Απριλίου 2022

Ο Πάμπλο και η «γενικευμένη κοινωνική αυτοδιαχείριση» Τότε και σήμερα

 του Μιχάλη Δικαιάκου



Υπάρχει άραγε μια βασική αντίφαση μέσα στην ιστορία της αριστεράς που παράγει όλες τις διασπάσεις, κρίσεις, διενέξεις και πολεμικές στους κόλπους της;

Η αναδρομή στην ιστορία του επαναστατικού κινήματος δικαιώνει τελικά κάποιο από τα πολλά ρεύματα της αριστεράς;

Η μελέτη της ιστορίας αναδεικνύει μια αντινομία θεωρίας και πράξης: Ενώ η θεωρία προβλέπει την σταδιακή απονέκρωση του κράτους μετά την εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας, η πράξη έδωσε το ακριβώς αντίθετο. Όπου το επαναστατικό σοσιαλιστικό κίνημα κατέλαβε την εξουσία, το κράτος που δημιουργήθηκε ήταν πελώριο και πανίσχυρο. Φυσικά,ένα ογκώδες κράτος, οσοδήποτε σοσιαλιστικό, δεν ταυτίζεται με το «όλη η εξουσία στα σοβιέτ»! Προειδοποιήσεις είχαν υπάρξει από πολύ διαφορετικές χρονικές και θεωρητικές αφετηρίες – ας αναφέρουμε την πολεμική του Μιχαήλ Μπακούνιν στον μαρξισμό και την κριτική της Ρόζας Λούξεμπουργκ στους Λένιν και Τρότσκι.

Συνυφασμένο με τα προηγούμενα ερωτήματα είναι το ζήτημα του επαναστατικού κόμματος. Κατά πόσο το μελλοντικό σοσιαλιστικό κράτος θα διακατέχεται από το επαναστατικό κόμμα; Πόσα «επαναστατικά κόμματα» μπορούν να υπάρχουν μετά την κατάληψη της εξουσίας; Και πριν από την κατάληψη της εξουσίας, πόσο «το κόμμα» είναι ιδιοκτήτης του κινήματος;

Η γέννηση των τροτσκιστικών ρευμάτων  βασίζεται ακριβώς σ΄ αυτή την αντινομία στην ΕΣΣΔ. Η ανάπτυξη μιας κομματικο-κρατικής γραφειοκρατίας, παραμόρφωνε τόσο το χαρακτήρα της εργατικής εξουσίας όσο και τις προοπτικές της επανάστασης. Ειδικότερα, προκειμένου για την επανάσταση, αυτή γινόταν περιττή στην διαρκή και διεθνή της μορφή, αφού ένα κρατικό μόρφωμα ισχυριζόταν ότι προχωρά στην ιστορική του εξέλιξη, στην μορφή του «σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα».

Ο Μιχάλης Ράπτης (γεννημένος το1911, γνωστός διεθνώς πιο πολύ με το σύνηθες ψευδώνυμο Michel Pablo) συμμετείχε στην ίδρυση της ΟΚΔΕ το 1934, εξορίστηκε από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου και στη συνέχεια κατάληξε στο Παρίσι όπου συμμετείχε μαζί με τον Γιώργη Βιτσώρη στην ιδρυτική συνδιάσκεψη της 4ης  Διεθνούς (3 Σεπτέμβρη 1938). Ήταν γραμματέας της διεθνούς γραμματείας της 4ης (ISFI) από το 1948 μέχρι το 1962.

 

Στη μεταπολεμική περίοδο συνέβαλε καθοριστικά στην αναδημιουργία και οργάνωση της «4ης» συγχρόνως όμως οι απόψεις του υπήρξαν και αντικείμενο έντονης πολεμικής στους κόλπους του διεθνούς τροτσκιστικού ρεύματος. Τα επίθετα «παμπλικός» και «παμπλισμός», για κάποιες τάσεις του τροτσκισμού, έγιναν η εύκολη λύση για «συντροφικές επιθέσεις». Το 1964, ο Πάμπλο, έχοντας βρεθεί πλέον εκτός της USFI, σχημάτισε με συντρόφους που συμφωνούσαν, μια διεθνή τάση γνωστότερη με το όνομα Tendance Marxiste-Révolutionnaire Internationale (TMRI). Το 1992 ξεκίνησε μια βραχύβια απόπειρα επανένωσης με την επίσημη «4η» που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε καθώς υπήρξαν πολύ αποκλίνουσες απόψεις με αφορμή το επίκαιρο τότε θέμα του πολέμου στην Γιουγκοσλαβία.

Ο Μ. Ράπτης πέθανε το 1996 στην Αθήνα.

Στα τριάντα περίπου χρόνια ζωής της TMRI, ο Μιχάλης Ράπτης και οι σύντροφοί του επέμεναν σταθερά στις έννοιες της «γενικευμένης κοινωνικής αυτοδιαχείρισης» και της «αυτοδιεύθυνσης» της παραγωγικής διαδικασίας. Για την TMRI η αυτοδιεύθυνση και αυτοδιαχείριση ανάγονται σε κεντρικά και απαραίτητα χαρακτηριστικά της μετάβασης προς τον σοσιαλισμό. Αντίστοιχα θεωρούνται ως η μόνη λύση για την παρεμπόδιση ανάπτυξης γραφειοκρατίας και κατά συνέπεια «παραμορφωμένων εργατικών κρατών». Σταδιακά το κριτήριο της «μέγιστης δημοκρατίας για την τάξη και τα σύμμαχα στρώματα» γίνεται ταυτόσημο με αυτό της αυτοδιαχείρισης. Κατά συνέπεια η «αυτοδιαχείριση – αυτοδιεύθυνση» ξεφεύγει απότα στενά οικονομικά πλαίσια και αποκτά πολιτικά χαρακτηριστικά μιας επιδιωκόμενης κοινωνικής οργάνωσης. [i]

Η ενασχόληση του Πάμπλο με την αυτοδιαχείριση ξεκίνησε πολύ πριν το σχηματισμό της TMRI. Ήδη από το τέλος της 10ετίας του ’40 η Κινέζικη επανάσταση και το σχίσμα Τίτο – Στάλιν καθώς και οι μετέπειτα διαφωνίες στους κόλπους της Ένωσης Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών έχουν κινήσει το ενδιαφέρον του Πάμπλο. Το 1953-54 [ii] υποστηρίζει ότι τόσο η επιμονή στο «σοσιαλισμό σε μια χώρα» όσο και σε ένα μονολιθικό κόμμα που αδυνατεί να συγκεράσει τα διαφορετικά συμφέροντα τμημάτων της εργατικής τάξης, κάνουν ιδεαλιστικές τόσο της απόψεις της πλειοψηφίας όσο και την αντιπολίτευσης στην Γιουγκοσλαβία.

Θεωρεί τότε ως απαραίτητες προϋποθέσεις για την σοσιαλιστική οικοδόμηση: «…(την ύπαρξη) αντιπροσωπευτικών οργάνων των μαζών ικανών να ασκούν απ’ ευθείας τον έλεγχό τους στην κορυφή της κρατικής συγκρότησης, (τη) νομιμοποίηση όλων των σοβιετικών κομμάτων, ένα καθεστώς πραγματικά δημοκρατικού συγκεντρωτισμού στους κόλπους του επαναστατικού κόμματος, την αυτονομία των συνδικάτων και από το κράτος και από τα κόμματα…». Υποστηρίζει τότε πως η ύπαρξη ενός πολυκομματικού σοβιετικού συστήματος είναι κεντρική ανάγκη καθώς και ότι «ο μαρασμός του κράτους» προϋποθέτει το «μαρασμό των αντικειμενικών συνθηκών της κοινωνικής διαίρεσης σε τάξεις» και συγχρόνως «τη διεύρυνση της πολιτικής δημοκρατίας, όχι τον περιορισμό της». Αναφέρει, για να υποστηρίξει την άποψή του, τα ζητήματα κεντρικού σχεδιασμού: «τα ερωτήματα της εκβιομηχάνισης, της κολεκτιβοποίησης της αγροτικής οικονομίας, το ποιός τομέας της οικονομίας θα ενισχυθεί, οι ρυθμοί ανάπτυξης κάθε τομέα, οι μέθοδοι μετάβασης από την ατομική και συνεταιριστική αγροτική ιδιοκτησία στην κολεκτιβοποίηση και τέλος τα ερωτήματα της εξωτερικής πολιτικής του εργατικού κράτους… όλα αυτά είναι ζητήματα, που για μια ολόκληρη περίοδο, διαφορετικά στρώματα της εργατικής τάξης μπορεί να έχουν διαφορετικές γνώμες και διαφορετικούς προσανατολισμούς. Πώς μπορεί να γίνουν αυτά γνωστά και νικηφόρα μέσα σε ένα μονοκομματικό σύστημα που αποκλείει τάσεις αντίθετες προς τη γραμμή της ηγεσίας;» … και τι διαφορετικό θα ήταν ένα «μέτωπο», όχι ενιαίο από διακριτά κόμματα, αλλά ως μοναδική οργάνωση που επίσης απαγορεύει τάσεις σε εθνικό επίπεδο αν είναι αντίθετες προς την ηγεσία;»

Ο Πάμπλο λοιπόν, εκείνη τη εποχή, αν και έβλεπε με συμπάθεια το πείραμα της αυτοδιαχείρισης στην Γιουγκοσλαβία, είχε μεγάλη επιφύλαξη για τις επιλογές του Τίτο για ένα τέτοιο προχώρημα χωρίς μια πλατειά εργατική δημοκρατία σε κάθε επίπεδο της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Επίσης θεωρούσε ότι το τιτοϊκό μοντέλο θα ήταν αδιέξοδο στο βαθμό που διατηρούσε την σταλινική άποψη για «σοσιαλισμό σε μια μόνο χώρα».

Το προχώρημα των απόψεων για την αυτοδιαχείριση συνεχίστηκε από μια τελείως διαφορετική εμπειρία: Τα χρόνια μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο ήρθαν στο προσκήνιο οι εξεγέρσεις και επαναστάσεις των λαών των αποικιών.

Η 4η Διεθνής και ο Ράπτης υποστήριξαν αυτό το επαναστατικό ρεύμα που βέβαια είχε ένα προφανή εθνικό χαρακτήρα. Για τον τροτσκιστικό χώρο οι εξελίξεις στον λεγόμενο 3ο κόσμο θα ήταν μια δοκιμασία στην πράξη της έννοιας της διαρκούς επανάστασης. Στην περίπτωση της Αλγερίας μάλιστα το ζήτημα γινόταν καθοριστικό. Το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCF), σε έναν απίθανο ακροβατισμό, υποστήριξε την «πολιτική ενότητα» Γαλλίας και Αλγερίας, δηλαδή την συνέχιση της υπαγωγής της Αλγερίας στην γαλλική επικυριαρχία, με πρόσχημα την μελλοντική σοσιαλιστική επανάσταση και στις δύο χώρες. Το PCF,μάλιστα, υπερψήφισε στη  γαλλική βουλή την λήψη των έκτακτων μέτρων, πρακτικά την στρατιωτική κατοχή, για την Αλγερία.

Ο Μιχάλης Ράπτης πήρε τη διαμετρικά αντίθετη άποψη και υποστήριξε την συμμετοχή στον εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα με την προϋπόθεση της οργανωτικής και πολιτικής αυτοτέλειας και ανεξαρτησίας μιας ενιαιο-μετωπικής συγκρότησης της εργατικής τάξης. [iii]

Στη διάρκεια την επανάστασης στην Αλγερία ο Πάμπλο εργάστηκε ιδιαίτερα για  την ενίσχυση του κινήματος με οπλισμό, χρήματα και εφόδια. [iv] Για το λόγο αυτό δικάστηκε και φυλακίστηκε στην Ολλανδία στην περίοδο 1960-61.Μετά την αποφυλάκισή του  διέφυγε στο Μαρόκο και το 1962 πήγε στην ελεύθερη πια Αλγερία. Οι γάλλοι είχαν αποχωρήσει.Το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (FLN) βρισκόταν πλέον στην εξουσία με πρόεδρο «τελικά» τον Ahmed Ben-Bella.

Η οικονομική κατάσταση στην χώρα ήταν χαώδης. Οι γάλλοι είχαν στην κατοχή τους το σύνολο των αξιόλογων παραγωγικών δραστηριοτήτων. Το ζήτημα των «εγκαταλειμμένων περιουσιών», όπως ονομάστηκε, ήταν ζωτικό για την επιβίωση του λαού. Η συνθήκη της ανεξαρτησίας καθόριζε ότι αυτές οι περιουσίες μπορούσαν να πουληθούν από τους πρώην ιδιοκτήτες τους και ήδη είχαν αρχίσει αυτές οι πωλήσεις στη Γαλλία. Συγχρόνως είχε ξεκινήσει μια ένοπλη αντιπολίτευση από διάσπαση του FLN και ο Ben-Bella ήταν αναγκασμένος να βασίζεται ολοένα περισσότερο στο στρατό. Ο στρατός είχε ενστερνιστεί  την άποψη ότι η αγροτιά ήταν ο κορμός τηςεπανάστασης και με βίαιο και γραφειοκρατικό τρόπο επιχειρούσε μια συγκεντροποίηση του αγροτικού κόσμου. Η παραγωγική διαδικασία είχε αποσαθρωθεί.Το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργήσιμης γης και περίπου 5500 από τις 7000 μεταποιητικές επιχειρήσεις ανήκαν σε γάλλους και είχαν σταματήσει να λειτουργούν.

Ο Πάμπλο σε εκείνη τη χρονική στιγμή είχε αναλάβει σύμβουλος του Ben-Bella και προωθούσε την ιδέα της κατάληψης από εργάτες, άνεργους και ακτήμονες των εγκαταλειμμένων περιουσιών.

Παρά τις αρχικές τους διαφωνίες ο Μιχάλης Ράπτης, ο αλγερινός Mohammed Harbiκαι ο αιγύπτιος Soliman Lotfallah  απάρτισαν το καθοδηγητικό όργανο που θα προωθούσε την ιδέα της αυτοδιαχείρισης των εγκαταλειμμένων επιχειρήσεων. (Απρίλιος 1963). Ο πρόεδρος Ben-Bella, αλλά όχι και το σύνολο  των διαφόρων πόλων εξουσίας, υποστήριζε το εγχείρημα.



Ο Ράπτης είχε τότε αρκετή εμπιστοσύνη στην στήριξη του Ben-Bella ενώ ο Harbi ήταν πολύ επιφυλακτικός. Έτσι ο πρώτος προωθούσε περισσότερο ένα μοντέλο αυτοδιαχείρισης τύπου Γιουγκοσλαβίας με την πρωτοκαθεδρία στον τελικό έλεγχο των κατειλημμένων επιχειρήσεων από την κεντρική εξουσία που θα διόριζε και τους διευθυντές. Αντίθετα ο Harbi και ο Soliman πρότειναν – και αυτό υιοθετήθηκε τελικά – την εξουσία να έχουν οι εκλεγμένες επιτροπές διαχείρισης και οι διευθυντές να είναι υπό τον έλεγχο των επιτροπών. Δεδομένης της κατάστασης που επικρατούσε στη χώρα προκρίθηκε η χρήση του ραδιοφώνου για την έκδοση και διάδοση των περιβόητων διαταγμάτων της αυτοδιαχείρισης. Έτσι σε συχνές ραδιοφωνικές εκπομπές δίνονταν συγκεκριμένες οδηγίες για την κατάληψη και διαχείριση των επιχειρήσεων και αγροκτημάτων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι από «νομική» άποψη υπήρξε μια σταδιακή εφαρμογή της αυτοδιαχείρισης που στην αρχή δεν έθιγε το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Το πρώτο διάταγμα που εκδόθηκε τον Αύγουστο το 1962 ανέθετε τη λειτουργία σε μια διαχειριστική επιτροπή που όμως θα παρέδιδε την επιχείρηση στον ιδιοκτήτη της αν ενδεχομένως αυτός εμφανιζόταν. Στόχος ήταν η συνέχιση της παραγωγικής διαδικασίας και η αποφυγή καταστροφής και λεηλασίας της παραγωγικής βάσης. Τον επόμενο μήνα (9ος/62) με διάταγμα δημιουργήθηκε το Γραφείο για την Προστασία και Διαχείριση των Κενών Περιουσιών (Bureau National à la Protection et à la Gestion des Biens Vacants – BNBV). Λίγες μέρες μετά (10ος/62) αποφασίζεται:

«…τα αγαθά τα οποία καλύπτουν διάφορους τομείς της αλγερινής οικονομίας μπορούν και πρέπει να διαχειριστούν με συλλογικές μεθόδους αφού κατεύθυνση της Αλγερίας είναι ο σοσιαλισμός. Ένας σοσιαλισμός που πρέπει να καθοριστεί λαμβάνοντας υπ’ όψη τα αντικειμενικά δεδομένα της χώρας, τις θελήσεις των μαζών και τη δυνατότητα που προσφέρει η κοινωνία μας στην παρούσα κατάσταση της οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας και τα όρια που θέτουν αυτές οι καταστάσεις».[v]

Μεταξύ των αρχικών διαταγμάτων περιλαμβανόταν και η μη αναγνώριση των, αγοραπωλησιών που είχαν υπογραφεί εκτός Αλγερίας γεγονός που ήταν και η πρώτη πράξη αμφισβήτησης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος.

Το 1965 ο Boumedienne ανέτρεψε τον Ben-Bella με πραξικόπημα και στη συνέχεια εφάρμοσε ένα πρόγραμμα εθνικοποιήσεων και έντονα κεντρικού σχεδιασμού. Ο Ράπτης διέφυγε στο εξωτερικό.

Το πείραμα αυτοδιαχείρισης στην Αλγερία υπήρξε καθοριστικό για τη μετέπειτα πολιτική σκέψη του Πάμπλο παρά τις έντονες παραδοξότητες που το χαρακτήριζαν:

Τα λαϊκά στρώματα στην Αλγερία δεν είχαν κάποια σοσιαλιστική συνείδηση. «Περισσότερο ενδιαφέρονταν να μη δουν την νεοπαγή αστική τάξη να καταλαμβάνει τις εγκαταλειμμένες ευρωπαϊκές περιουσίες». …

«Τελικά η αυτοδιαχείριση επέτρεψε το σχηματισμό ενός πρωτοποριακού εργατικού στρώματος σχετικά ευνοημένου που έκανε μπλοκ απέναντι στην πίεση των ακτημόνων αγροτών που ήθελαν να μπουν στις επιτροπές για να συμμετάσχουν στην αναδιανομή των θέσεων εργασίας και των μισθών. Πώς θα αποφεύγαμε αυτή τη διαδικασία; Προτείναμε στον Ben-Bella να κάνει πολύ γρήγορα την αγροτική μεταρρύθμιση στην αλγερινή γη. Υπήρξε πολύ σημαντικό μπλοκάρισμα στο εσωτερικό του FLN και η συζήτηση διαιωνιζόταν… προσπαθήσαμε με μέτρα αναδιανομής να αμβλύνουμε τις ταξικές αντιθέσεις ανάμεσα στους εργάτες που είχαν αποκατασταθεί και στους υποψήφιους για εργασία. Στην πραγματικότητα η διαδικασία αυτή συνάντησε την αντίδραση των ρευμάτων που ευνοούσαν την κρατικοποίηση, πίσω από τα οποία δρούσαν υπόγεια ιδιωτικές ομάδες…» (M. Harbi,οι υπογραμμίσεις δικές μας).

Το πείραμα εν τέλει της αυτοδιαχείρισης στην Αλγερία ανκαι ήρθε από «τα πάνω» δημιούργησε μια συγκεκριμένη κοινωνική δυναμική αλλά και αντιθέσεις μέσα στους κόλπους της εργατικής τάξης. Η ανακοπή της αυτοδιαχείρισης προήλθε από το πραξικόπημα του Boumedienne στο οποίο εκφράστηκαν τόσο αστικά συμφέροντα όσο και τα ρεύματα μιας αποκλειστικά κρατικά ελεγχόμενης οικονομίας. Αυτή η περίεργη συνάντηση πρέπει να είναι πολύ διδακτική.

Φεύγοντας από την Αλγερία ο Μ. Ράπτης είχε ήδη αποδυναμωθεί και απομακρυνθεί από την ενοποιημένη γραμματεία της 4ης. Ο σχηματισμός της TMRI έδωσε την ευκαιρία για επικέντρωση στα ζητήματα της αυτοδιεύθυνσης και της γενικευμένης κοινωνικής αυτοδιαχείρισης.

Κατά τον Μ. Ράπτη «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο επίπεδο της βασικής παραγωγής η αυτοδιαχείριση είναι ο καλύτερος τρόπος για την αύξηση της παραγωγικότητας». Οι δύο βασικοί παράγοντες που συντελούν σε αυτό είναι το ηθικό και υλικό ενδιαφέρον του άμεσου παραγωγού. Οι εργαζόμενοι σε μια επιχείρηση έχουν την αποκλειστική διεύθυνσή της, συλλογικά, και πληρώνονται ο καθένας ανάλογα με την παρεχόμενη εργασία, η κατάσταση του μισθωτού εργάτη χάνεται, το ίδιο και η συνεχής αποξένωση από το προϊόν και την διαδικασία της εργασίας. Ωστόσο η αυτοδιαχείριση «απαιτεί συνειδητούς και αυτοπειθαρχημένους εργαζόμενους». Συνάμα η φύση της εργασίας αλλάζει. Η κατάργηση της διάκρισης διευθυντών και διευθυνομένων ενσωματώνει πλέον, μέσα στα πλαίσια του ωραρίου, μια σειρά πολιτικών δραστηριοτήτων, συλλογικής λήψης διαχειριστικών αποφάσεων, εκπαίδευσης και μόρφωσης, όπως επίσης και συμμετοχής στο γενικότερο σχεδιασμό εκτός της βασικής οικονομικής μονάδας.

Ο Πάμπλο υποστήριζε ότι επιβάλλεται αρχικά να τεθούν σε καθεστώς αυτοδιαχείρισης τόσο οι μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, όσο και η δημόσια καλλιεργήσιμη γη που θα λειτουργήσουν και σαν πρότυπα για τις άλλες επιχειρήσεις.

Κατ’ αυτόν ένα φαινόμενο που επαναλαμβάνεται σταθερά σε επαναστατικές περιόδους, σε φάσεις κενού εξουσίας, είναι η τάση των εξεγερμένων να σχηματίζουν ταξικές «επιτροπές» ή «συμβούλια». Πρόκειται για «…τα πράγματι δημοκρατικά κοινοβούλια (της εργατικής τάξης).. συνδυάζουν νομοθετικές και εκτελεστικές εξουσίες… στόχος τους είναι να κοινωνικοποιήσουν όχι μόνο τα μέσα αλλά και την διεύθυνση της παραγωγής» (υπογράμμιση δική μας). Η αυθόρμητη αυτή πρωτοβουλία της εργατικής τάξης δεν είναι άμοιρη κινδύνων καθ’ όσον πολιτισμικές αδυναμίες σε σχέση με την διαχείριση ευνοούν την ανάπτυξημιας εργατικής γραφειοκρατίας «… η οποία υπό το κάλυμμα του κράτους, του κόμματος και των συνδικάτων προσπαθεί να απαλλοτριώσει πολιτικά την τάξη και της αρνείται την άμεση διεύθυνση της οικονομίας και του κράτους.»

Κατά συνέπεια, η αυτοδιαχείριση δεν είναι κάτι πουπεριορίζεται στο επίπεδο της βασικής οικονομικής μονάδας. Αντίθετα πρέπει, κατά τον Μ. Ράπτη, να επεκτείνεται σε ολόκληρους οικονομικούς τομείς, στις γειτονιές, στους θεσμούς αυτοδιοίκησης, να συμμετέχουν οι αυτοδιαχειριζόμενες επιχειρήσεις στην εκπόνηση του κεντρικού πλάνου κλπ.

Συνοπτικά η αυτοδιαχείριση επεκτείνεται ως μια γενικευμένη κοινωνική αυτοδιεύθυνση και σταδιακά καθιστά κοινωνικό ό,τι είναι κρατικό ή ιδιωτικό. Η αυτοδιαχείριση λοιπόν γίνεται το μεταβατικό πρόγραμμα τόσο για την εγκαθίδρυση σοσιαλιστικών παραγωγικών σχέσεων όσο και για τον μαρασμό του κράτους.

Ο Πάμπλο υπαινίσσεται μια συγκρουσιακή σχέση μεταξύ σοσιαλιστικού κράτους και κοινωνίας που σταδιακά αυτοδιευθύνεται. Θεωρεί ότι το κράτος δεν πρέπει να λαμβάνει μέτρα πολιτικά και διοικητικά για τον έλεγχο και την επιβολή της βούλησής του στον αυτοδιευθυνόμενο τομέα. Αναγνωρίζει ωστόσο τη δυνατότητα του σοσιαλιστικού κράτους να προωθεί ή να αποτρέπει συγκεκριμένες δραστηριότητες με οικονομικά μέτρα (φορολογική πολιτική, επενδύσεις, πιστώσεις…) που σκοπό θα έχουν την προώθηση συγκεκριμένων παραγωγικών επιλογών, περιβαλλοντικών μέτρων κλπ. Παράλληλα θεωρεί ότι οι αυτοδιαχειριζόμενες επιχειρήσεις πρέπει  να πληρούν 2 όρους:1ον όλο το προϊόν ανήκει στους εργαζόμενους, αφού αφαιρεθούν τα ποσά για φορολόγηση και αναπαραγωγή. Κατά συνέπεια οι εργαζόμενοι χάνουν τη μισθωτή ιδιότητα και λειτουργούν ως ελευθέρα συνεταιρισμένοι παραγωγοί. 2ον το κόστος παραγωγής πρέπει να είναι μέσα στα γενικά πλαίσια που διεθνώς ισχύουν και άρα αποφεύγονται οι στρεβλώσεις που είχαν προκύψει στο σταλινικό μοντέλο ανάπτυξης. Η αναδιανομή λοιπόν θα εξασφαλίζεται μέσω των οικονομικών πολιτικών του σοσιαλιστικού κράτους αλλά πρέπει συγχρόνως να αποτρέπεται ο εναγκαλισμός του κράτους σε κάθε παραγωγική και δημιουργική δραστηριότητα. Είναι προφανές ότι οι προϋποθέσεις αυτές μπορούν να ικανοποιηθούν μόνο στα πλαίσια μιας διεθνούς επαναστατικής κίνησης που θα προχωρά σε περισσότερες της μιας χώρες και ειδικότερα του ανεπτυγμένου καπιταλισμού.

 

Μια προβολή στο σήμερα.

 

Αρχικά ο Πάμπλο πίστευε ότι η αυτοδιαχείριση και η γενικευμένη κοινωνική αυτοδιεύθυνση μπαίνουν σε κίνηση μετά από «την επαναστατική στιγμή» που θα είναι η ανατροπή και εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας. Ήταν η εποχή που εκτιμήσεις και «προβλέψεις» για τις εξελίξεις στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό, στον 3ο κόσμο και στα «εργατικά κράτη» απορροφούσαν μεγάλο μέρος της δραστηριότητας της αριστερής διανόησης και των τροτσκιστικών ρευμάτων. Μεγάλες ήταν και οι σχετικές πολεμικές μεταξύ τους. Από τότε συνέβησαν πολύ μεγάλες αλλαγές στον πλανήτη και στην Ευρώπη ειδικότερα. Στην κρίση της 10ετίας του ’70, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, ο καπιταλισμός αντέταξε μια ολοένα αγριότερη νεοφιλελεύθερη πολιτική, τα «παραμορφωμένα εργατικά κράτη» μετατράπηκαν σε χώρες ακραίου καπιταλισμού, τα κινήματα των χωρών του 3ου κόσμου επίσης υπέστησαν δραματικές αλλαγές, σε διάφορες κατευθύνσεις, από την φονταμενταλιστική μεταλλαγή των χωρών του Ισλάμ μέχρι τις νέες μορφές αντίστασης στην Λατινική Αμερική. Τα κλασικά επαναστατικά κόμματα βίωσαν μια δραματική υποχώρηση στην επιρροή τους, τη στιγμή που νέα κινήματα αναδύονταν. Μετά το 1968 και τη γενικευμένη επαναστατική έκρηξη, κινήματα όπως το φεμινιστικό, το αντιπολεμικό ή το οικολογικό βγήκαν στο προσκήνιο. Κατά τον Πάμπλο η δράση των επαναστατών μαρξιστών έπρεπε πλέον να επεκταθεί σε όλες αυτές τις εκφράσεις του κινήματος και μάλιστα με τρόπους που να προωθούν την πολύμορφη αυτοοργάνωση και αυτενέργεια της τάξης. Αυτό απαιτούσε μια τελείως αντιιεραρχική δομή μέσα στο επαναστατικό κόμμα. Ο ρόλος του κόμματος είναι πια να βοηθήσει την τάξη να αυτενεργήσει. Αντίστοιχα υποστήριξε πως η αυτοδιαχείρισηκαι η γενικευμένη κοινωνική αυτοδιεύθυνση πρέπει πλέον να κατατείνουν προς μια «αυτοδιευθυνόμενη πολιτεία» (république autogérée) [vi].

Αυτές οι απόψεις του Μ. Ράπτη συνεπάγονται και αλλαγή των αναπαραστάσεων για την «επαναστατική στιγμή της κατάληψης της εξουσίας». Η αυτοδιαχείριση δεν είναι πια αυτό που εγκαθιδρύεται μετά την επανάσταση αλλά μια διαρκής επιδίωξη στην πορεία  προς την επανάσταση. Ήδη από το Μάη του 1968 είχε ασκήσει έντονη κριτική προς τους συντρόφους της LCR για το σύνθημα για τον «εργατικό έλεγχο»: «δεν μπορείς να ελέγξεις κάτι που δεν λειτουργεί ή έχει καταληφθεί»… αυτό που μπορείς να είναι να το αυτοδιαχειριστείς!

Στην σημερινή παγκόσμια οικονομική κρίση, με την κοινωνική αποσάθρωση που προκαλεί, οι απόψεις αυτές του Πάμπλο αποκτούν δραματική επικαιρότητα. Βέβαια, περιπτώσεις όπως η αυτοοργάνωση μορφών κοινωνικής αλληλεγγύης ή η κατάληψη και αυτοδιαχείριση επιχειρήσεων που κλείνουν είναι πιο εύπεπτες για μια αριστερά παραδοσιακά διαπαιδαγωγημένη. Ωστόσο θα πρέπει μάλλον να αρχίσουμε να προβληματιζόμαστε και στην κατεύθυνση νέων μορφών αυτοδιεύθυνσης σε κάθε εκδοχή της παραγωγικής και κοινωνικής ζωής, σε ό,τι το κίνημα δημιουργεί, σε ό,τι κάνουμε για να ζήσουμε.

 

 

Σημειώσεις

[i]

Τυπικά οι όροι self-management και autogestion θεωρούνται ταυτόσημοι. Υπάρχουν όμως σημαντικές συνεκδοχές. Στο οικονομικό πεδίο τίθεται το ζήτημα του «ιδιοκτήτη» μιας αυτοδιαχειριζόμενης επιχείρησης, όπως και των σχέσεων με τον κεντρικό σχεδιασμό, την νομοθεσία, την διάθεση των κερδών, τις πιστώσεις κλπ. Κοινωνικά αφορούν σε ζητήματα εξουσίας και δραστηριοτήτων που συνήθως ασκούνται από το κράτος άμεσα ή έμμεσα και που, στην εποχή μας, σταδιακά μεταφέρονται σε ιδιώτες. Πολιτικά αφορούν στη συγκρότηση της δημοκρατίας και σε θεσμούς αποφάσεων και αντιπροσώπευσης σε τοπικό και εθνικό πεδίο.

[ii]

Βλ στο Michel Raptis«Socialism Democracy & Self-Management», 1980 (SD&SM): «Dictatorship of the Proletariat», Μάρτιος1953 και «A new light in the Djilas affair», 24 Απριλίου 1954.

[iii]

Η προϋπόθεση αυτή δεν ήταν εύκολο να εξασφαλιστεί πάντα. Η παραγωγική και κοινωνική συγκρότηση στην Αλγερία (και στις άλλες αποικίες), μετά την αποχώρηση ή εκδίωξη των αποικιοκρατών, άφηνε έθνη με μια ταξική σύνθεση πολύ διαφορετική απ’ αυτήν των χωρών του προηγμένου καπιταλισμού.  Συγχρόνως το ειδικό βάρος του βιομηχανικού προλεταριάτου ήταν σχετικά μικρό στο σύνολο της εθνικής παραγωγής και οικονομίας. Αυτή η νεφελώδης ταξική σύνθεση οδήγησε αργότερα, όταν οι Πάμπλο και οι σύντροφοί το προχώρησαν στην έκδοση των «διαταγμάτων για την αυτοδιαχείριση» με την συναίνεση του καθεστώτος του Μπεν Μπελλά, κάποια τροτσκιστικά ρεύματα να θεωρήσουν ότι υποτασσόταν έτσι το εργατικό κίνημα στις επιδιώξεις μιας ανερχόμενης αστικής τάξης.

[iv]

Στην φάση αυτή έχει αναφερθεί κατ’ επανάληψη και ο Μίμης Λιβιεράτος που επίσης είχε εξαιρετικά ενεργό προσωπική συμμετοχή στην υποστήριξη της αλγερίνικης επανάστασης.

[v]

Βλέπε Δ.Λιβιεράτου «Αυτοδιαχείριση και Μιχάλης Ράπτης»  και M. Harbi «Ο Πάμπλο και η Αλγερινή επανάσταση» στο «Ο Μ. Ν.Ράπτης και ο Σύγχρονος Μαρξισμός» 1ο Διεθνές Συνέδριο, Αθήνα 1998.

[vi]

Vers la république autogérée: documents de la VIIIe conférence internationale de la Tendance Marxiste Révolutionnaire Internationale, 1986.


Πρώτη δημοσίευση : περιοδικό ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ, τεύχος 110, Νοέμβριος 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εκδόθηκε το βιβλίο του Πιερ Μπρουέ, "Οι τροτσκιστές στην Σοβιετική Ένωση 1929- 1938"

Πριν λίγες μέρες εκδόθηκε το βιβλίο του Πιερ Μπρουέ με τίτλο "Οι τροτσκιστές στην Σοβιετική Ένωση, (1929-1938). Το βιβλίο βγήκε από τις...